Υδροδιαταση σε Παγωμενο Ωμο
Ο Παγωμένος ώμος (Συμφυτική θυλακίτιδα) είναι μια εξαιρετικά οδυνηρή κατάσταση στην οποία ο ώμος είναι εντελώς ή εν μέρει δύσκαμπτος (χωρίς δυνατότητα μετακίνησης). Είναι ένα από τα πιο επώδυνες καταστάσεις του ώμου.
Συχνά ξεκινά χωρίς σαφές αίτιο. Οι διαβητικοί, οι ασθενείς με μαστεκτομή και οι ακτινοθεραπευμένοι ασθενείς έχουν προδιάθεση. Επίσης μπορεί να αναπτυχθεί δευτερογενώς, ως αποτέλεσμα παρατεταμένης ακινητοποίησης του ώμου από άλλη αιτία (όπως μετά από χειρουργείο ή κάκωση) ή λόγω έντονου πόνου (πχ σε μια ασβεστοποιό τενοντοπάθεια σε οξεία φάση).
Η άρθρωση του ώμου καλύπτεται από ένα θύλακο, δηλαδή μια ευέλικτη ελαστική δομή που περιβάλλει την άρθρωση και επιτρέπει το φυσιολογικό εύρος κίνησης. Στον παγωμένο ώμο ο θύλακος φλεγμαίνει και σταδιακά συρρικνώνεται με αποτέλεσμα να χάνεται η φυσιολογική ελαστικότητα και έτσι να προκαλείται πόνος και να περιορίζεται η κίνηση του ώμου. Ο παγωμένος ώμος συνήθως περνάει από τρεις φάσεις, αρχίζοντας από τον πόνο, μετά ακολουθεί δυσκαμψία και τέλος η φάση της ύφεσης των συμπτωμάτων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει μεγάλο χρονικό διάστημα, σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και ένα ή δύο χρόνια και οδηγεί σε σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και αδυναμία ομαλής εργασίας.
H θεραπεία του παγωμένου ώμου περιλαμβάνει φυσικοθεραπεία για να αποτραπούν οι περαιτέρω συμφύσεις του θύλακο σε συνδυασμό με αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα από το στόμα. Τα αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη είναι το πρώτο βήμα αλλά έχουν συνήθως πολύ περιορισμένη δράση. Η φυσιοθεραπεία σε φάση πόνου (δηλ στην 1η και 2η φάση) συνήθως δεν φέρνει ιδιαίτερα αποτελέσματα, γιατί λόγω του πόνου οι μύες της ωμικής ζώνης βρίσκονται σε σπασμό και δεν επιτρέπουν ιδιαίτερους φυσιοθεραπευτικούς χειρισμούς. Οι ενέσεις κορτιζόνης «τυφλά» στον ώμο (δηλ εκεί που ο ασθενής αναφέρει πόνο) έχουν αποτέλεσμα περιορισμένης διάρκειας και δεν επιτρέπεται να επαναλαμβάνονται ανεξέλεγκτα, γιατί ενέχουν τον κίνδυνο πρόκλησης ιατρογενούς ρήξης του τένοντα. Τέλος αν όλα αποτύχουν, είναι δυνατόν να γίνει χειρουργική λύση των συμφύσεων υπό γενική αναισθησία.
Η υδροδιάταση (hydrodilation) είναι μια διαδικασία με την οποία εγχύονται μέσα στον θύλακο φυσιολογικού ορού και αναισθητικού (χωρίς κορτιζόνη) με σκοπό την διάταση του συρρικνωμένου θυλάκου και το σπάσιμο των συμφύσεων.
Η διαδικασία προυποθέτει υπερηχογραφική καθοδήγηση. Η καθοδήγηση υπερήχου είναι απαραίτητη για να μπορέσουμε να εισάγουμε με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα μέσα στην άρθρωση του ώμου μεγάλη ποσότητα αδρανούς υγρού (20-30cc φυσιολογικού ορού) αναμεμιγμένου με μικρή ποσότητα τοπικού αναισθητικού μακράς δράσης (για να μην πονάει ο ασθενής κατά τη διαδικασία της έγχυσης και κατά τη διάρκεια της φυσικοθεραπείας αργότερα). Η διαδικασία διαρκεί περίπου 15 λεπτά και οδηγεί σε διάταση του συρρικνωμένου θυλάκου και σπάσιμο των συμφύσεων. Αμέσως μετά (εντός λίγων ωρών) ακολουθεί φυσικοθεραπεία για διατήρηση της διάτασης του θυλάκου. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται συνήθως 2-3 φορές ανά μια εβδομάδα, είναι ασφαλής και καλά ανεκτή και έχει μέγιστη αποτελεσματικότητα αν συνδυαστεί με στοχευμένους φυσιοθεραπευτικούς χειρισμούς.
Συχνά ξεκινά χωρίς σαφές αίτιο. Οι διαβητικοί, οι ασθενείς με μαστεκτομή και οι ακτινοθεραπευμένοι ασθενείς έχουν προδιάθεση. Επίσης μπορεί να αναπτυχθεί δευτερογενώς, ως αποτέλεσμα παρατεταμένης ακινητοποίησης του ώμου από άλλη αιτία (όπως μετά από χειρουργείο ή κάκωση) ή λόγω έντονου πόνου (πχ σε μια ασβεστοποιό τενοντοπάθεια σε οξεία φάση).
Η άρθρωση του ώμου καλύπτεται από ένα θύλακο, δηλαδή μια ευέλικτη ελαστική δομή που περιβάλλει την άρθρωση και επιτρέπει το φυσιολογικό εύρος κίνησης. Στον παγωμένο ώμο ο θύλακος φλεγμαίνει και σταδιακά συρρικνώνεται με αποτέλεσμα να χάνεται η φυσιολογική ελαστικότητα και έτσι να προκαλείται πόνος και να περιορίζεται η κίνηση του ώμου. Ο παγωμένος ώμος συνήθως περνάει από τρεις φάσεις, αρχίζοντας από τον πόνο, μετά ακολουθεί δυσκαμψία και τέλος η φάση της ύφεσης των συμπτωμάτων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει μεγάλο χρονικό διάστημα, σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και ένα ή δύο χρόνια και οδηγεί σε σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και αδυναμία ομαλής εργασίας.
H θεραπεία του παγωμένου ώμου περιλαμβάνει φυσικοθεραπεία για να αποτραπούν οι περαιτέρω συμφύσεις του θύλακο σε συνδυασμό με αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα από το στόμα. Τα αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη είναι το πρώτο βήμα αλλά έχουν συνήθως πολύ περιορισμένη δράση. Η φυσιοθεραπεία σε φάση πόνου (δηλ στην 1η και 2η φάση) συνήθως δεν φέρνει ιδιαίτερα αποτελέσματα, γιατί λόγω του πόνου οι μύες της ωμικής ζώνης βρίσκονται σε σπασμό και δεν επιτρέπουν ιδιαίτερους φυσιοθεραπευτικούς χειρισμούς. Οι ενέσεις κορτιζόνης «τυφλά» στον ώμο (δηλ εκεί που ο ασθενής αναφέρει πόνο) έχουν αποτέλεσμα περιορισμένης διάρκειας και δεν επιτρέπεται να επαναλαμβάνονται ανεξέλεγκτα, γιατί ενέχουν τον κίνδυνο πρόκλησης ιατρογενούς ρήξης του τένοντα. Τέλος αν όλα αποτύχουν, είναι δυνατόν να γίνει χειρουργική λύση των συμφύσεων υπό γενική αναισθησία.
Η υδροδιάταση (hydrodilation) είναι μια διαδικασία με την οποία εγχύονται μέσα στον θύλακο φυσιολογικού ορού και αναισθητικού (χωρίς κορτιζόνη) με σκοπό την διάταση του συρρικνωμένου θυλάκου και το σπάσιμο των συμφύσεων.
Η διαδικασία προυποθέτει υπερηχογραφική καθοδήγηση. Η καθοδήγηση υπερήχου είναι απαραίτητη για να μπορέσουμε να εισάγουμε με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα μέσα στην άρθρωση του ώμου μεγάλη ποσότητα αδρανούς υγρού (20-30cc φυσιολογικού ορού) αναμεμιγμένου με μικρή ποσότητα τοπικού αναισθητικού μακράς δράσης (για να μην πονάει ο ασθενής κατά τη διαδικασία της έγχυσης και κατά τη διάρκεια της φυσικοθεραπείας αργότερα). Η διαδικασία διαρκεί περίπου 15 λεπτά και οδηγεί σε διάταση του συρρικνωμένου θυλάκου και σπάσιμο των συμφύσεων. Αμέσως μετά (εντός λίγων ωρών) ακολουθεί φυσικοθεραπεία για διατήρηση της διάτασης του θυλάκου. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται συνήθως 2-3 φορές ανά μια εβδομάδα, είναι ασφαλής και καλά ανεκτή και έχει μέγιστη αποτελεσματικότητα αν συνδυαστεί με στοχευμένους φυσιοθεραπευτικούς χειρισμούς.